Στο μυαλό μου, ο Sergio Leone, είναι ένας από τους κορυφαίους σκηνοθέτες όλων των εποχών. Είναι ο άνθρωπος που νομιμοποίησε στο χώρο του Κινηματογράφου τις western ταινίες και έκανε τα άλογα, τους καουμπόηδες και το πιστολίδι τέχνη.
Τον έχω πάντοτε ψηλά στην εκτίμησή μου, καθώς είναι ο άνθρωπος ο οποίος δημιούργησε δύο από τις πιο αγαπημένες μου ταινίες όλων των εποχών, το Κάποτε στην Αμερική και το Κάποτε στη Δύση. Όπως και το ότι συνεργάστηκε με τον «βασιλιά των soundtracks», Ennio Morricone (με τον οποίο φοιτούσαν μαζί στο σχολείο), με την συνύπαρξη και των δύο να ανήκει στις πιο σημαντικές στιγμές ολόκληρης της κινηματογραφικής Ιστορίας.
Μιλάμε για τον άνθρωπο στον οποίο είχε γίνει πρόταση να σκηνοθετήσει το Νονό, αλλά τελικά την απέρριψε.
Οι δύο γνωστότερες κινηματογραφικές δημιουργίες του ίδιου, είναι η Dollars trilogy που περιλαμβάνει τις ταινίες A Fistful of Dollars (1964), For a Few Dollars More (1965) and The Good, the Bad and the Ugly (1966) και η τριλογία του Once Upon a Time η οποία περιλαμβάνει τις ταινίες Once Upon a Time in the West (1968), Duck, You Sucker! (1971), και Once Upon a Time in America (1984), θεωρούνται μερικές εκ των καλύτερων ταινιών όλων των εποχών.
Ο Leone είναι ένας σκηνοθέτης ο οποίος βίωσε την αποδοκιμασία και την αμφιβολία στα πρώτα του βήματα, μέχρι να δημιουργήσει αργά και σταδιακά το οικοδόμημα του μύθου του. Κατάφερε να δημιουργήσει μία ιστορία για την Αμερική την εποχή της ποτοαπαγόρευσης, θέτοντας στο κέντρο μία παρέα παιδιών που έκαναν τα πρώτα τους βήματα ως γκάνγκστερ σε ένα Εβραϊκό γκέτο και τα οποία στη συνέχεια γίνονται - ως ενήλικα άτομα πλέον- μέλη του οργανωμένου εγκλήματος της Νέας Υόρκης. Το Κάποτε στην Αμερική είναι ένα μοναδικό κινηματογραφικό δημιούργημα που αναλύει έννοιες όπως η παιδική φιλία, η αγάπη, η προδοσία, η απώλεια, σε συνδυασμό με την εγκληματικότητα που άπλωνε τα πλοκάμια της σε εκείνη την ταραχώδη περίοδο της Αμερικής. Και ένας Ιταλός αποτύπωσε καλύτερα την ψυχολογία μίας ματωμένης Αμερικής από έναν Αμερικάνο.
Στο «Κάποτε στη Δύση», έχουμε ίσως το καλύτερο γουέστερν όλων των εποχών. Έναν Φυσαρμόνικα, τον Τσαρλς Μπρόνσον να αποζητά εκδίκηση για τον βίαιο θάνατο του αδελφού από τον Henry Fonda, μη αφήνοντας όμως και την ανδρική του ματιά να μείνει ανεπηρέαστη από τα κάλλη της Claudia Cardinale.
O Λεόνε χαίρει της αδυναμίας μου, για δύο σημαντικούς λόγους : επειδή είχε εκφράσει την αδυναμία του στο βιβλίο και την ταινία Όσα Παίρνει ο Άνεμος, η οποία βασίστηκε στο ομώνυμο βιβλίο της Μάργκαρετ Μίτσελ.
Ο ίδιος, μάλιστα, είχε εκφράσει την επιθυμία του να προσαρμόσει την ταινία και να κρατήσει την ιστορία τους, αναδημιουργώντας όμως, το γενικότερο πλαίσιο και να αποκτήσει την υπόσταση και την αίσθηση του γουέστερν. Δυστυχώς, ένα εγχείρημα που δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει..
Και ο δεύτερος, διότι είναι από τους λίγους σκηνοθέτες που κατάλαβαν τη σημασία της μουσικής στο συνολικό δημιούργημα μίας ταινίας, το πόσο μεγαλύτερη αξία προσδίδει η ίδια και πόσα συναισθήματα μπορεί να γεννήσει.
Ειλικρινά, δεν μπορώ να σκεφτώ Κάποτε στην Αμερική ή Κάποτε στη Δύση, χωρίς τις ιδιοφυείς συνθέσεις του Ennio Morricone. Έγιναν κομμάτι της σάρκας της ταινίας, βασικό της στοιχείο, δεν μπορείς να ξεγυμνώσεις την ταινία από τη μουσική της.
Ο Leone πάντοτε έδινε μεγάλη σημασία στη μουσική, για αυτό και στις περισσότερες σκηνές των ταινιών του βλέπουμε να ακούγεται, να κυριαρχεί. Πάντοτε ζητούσε να ακούει πρώτα τη μουσική της ταινίας από το συνθέτη (τις περισσότερες φορές, από τον μεγάλο Ennio) και μετά προχωρούσε στη σκηνοθεσία της ταινίας.
Αχ Sergio, ένα Κάποτε στην Αμερική και ένα Κάποτε στη Δύση να γύριζες ακόμα..
Κείμενο : Μαρία Σκαμπαρδώνη