Το ολλανδικό ντοκυμανταίρ Ιερώνυμος Μπος: Ο Δημιουργός του διαβόλου γυρίστηκε με αφορμή μια μεγάλη έκθεση για τα 500 χρόνια από τον θάνατο του ζωγράφου που έλαβε χώρα στην γενέτειρά του, την ολλανδική πόλη 's-Hertogenbosch ή Den Bosch όπως αποκαλείται χάριν συντομίας.
Λίγα έργα του Ι.Μπος έχουν σωθεί και κανένα απ’αυτά δεν βρίσκεται στην πόλη του. Μια ομάδα ειδικών της τέχνης από την Ολλανδία ταξίδεψε στα μεγάλα μουσεία όλου του κόσμου για να δανειστεί τους πίνακες που θα παρουσίαζαν στην έκθεση. Το ντοκυμανταίρ του Pieter van Huystee καταγράφει τις προσπάθειες της ομάδας να πείσει τους διευθυντές του Πράδο στη Μαδρίτη, της Ακαντέμια στην Βενετία αλλά και άλλων μουσείων, να τους δανείσουν τα έργα. Αυτό που κάνει εντύπωση στον θεατή, (εκτός φυσικά από την μοναδική τέχνη του ζωγράφου που γίνεται πιο οικεία καθώς την παρατηρούμε στην μεγάλη οθόνη), είναι η πολιτική και η διπλωματία ανάμεσα στα μουσεία, στους διευθυντές και τους επιμελητές προκειμένου να υπάρξει ικανοποιητική έκβαση στις διαπραγματεύσεις και να μην ζημιωθεί καμμία πλευρά. Εικάζω ότι δεν είναι μόνο οι φθορές που μπορεί να υποστεί ένα έργο, είναι και ολόκληρη εθνική πολιτική συχνά, οι απαιτήσεις που μπορεί να υπάρξουν στο μέλλον από μια χώρα προς μια άλλη σχετικά με τους θησαυρούς του πολιτισμού και ούτω καθ’εξής.
Αν τα έργα του Ι.Μπος είναι πασίγνωστα σ’ολόκληρη τη γη, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις λεπτομέρειες της ζωής του. Λίγα πράγματα ξέρουμε γι’αυτόν ή μπορούμε να συμπεράνουμε από τους πίνακές του. Ήταν δεξιόχειρ, λένε οι ιστορικοί της τέχνης, σε αντίθεση με κάποιον βοηθό του που ήταν αριστερόχειρ. Αυτό προδίδουν οι διαφορές ανάμεσα σε πίνακες ή ακόμα και στον ίδιο πίνακα που μπορεί να τον ξεκίνησε ο δάσκαλος και να τον τέλειωσε ο μαθητής. Περίπου σαν ντετέκτιβ δουλεύουν οι επιμελητές και ιστορικοί της τέχνης για ν’ανακαλύψουν κι άλλα αυθεντικά έργα, όπως ένα σκίτσο του ζωγράφου σε μια ιδιωτική συλλογή στην Αμβέρσα του Βελγίου ή την απεικόνιση του Αγίου Αντωνίου σ’ένα μουσείο στο Κάνσας Σίτυ των Ηνωμένων Πολιτειών.
Τι θα σκεφτόταν άραγε ο ίδιος ο Ιερώνυμος Μπος για όλ’αυτά; Για το κυνηγητό των έργων τέχνης, για όλο τον θόρυβο γύρω απ’το όνομά του; Ίσως να τα έβρισκε μάταια κι εφήμερα, ίσως ν’απορούσε με το πόσο γοητεύονται οι σημερινοί άνθρωποι από τέτοια πράγματα. Θα μας παρέπεμπε μάλλον στο έργο του Ο θάνατος και ο φιλάργυρος όπου ένας άνθρωπος μίζερος και σπαγγοραμένος ετοιμάζεται ν’αφήσει τα εγκόσμια και πρέπει ν’αποχωριστεί την περιουσία του, την οποία του αρπάζει απ’τα χέρια ένας δαίμονας.
Αν σας γοητεύουν οι λεπτομέρειες των έργων του Ι.Μπος, θα έχετε προσέξει πώς εμπνέεται από την φύση, από τα πουλιά, τα ζώα, τα φρούτα, για να τα μετατρέψει σε πειρασμούς και βασανιστές των ανθρώπων. Ο πειρασμός ενεδρεύει παντού για να ταλαιπωρήσει τον άνθρωπο. Ο Ιερώνυμος Μπος μπορεί να είχε ακουστά τον Δάντη και την Θεία Κωμωδία του, στην οποία θα ταίριαζαν οι πίνακές του σαν εικονογράφηση. Είναι γνωστό ότι οι αλληγορίες του Μπος επηρέασαν την ζωγραφική του Μπρέγκελ του Πρεσβυτέρου καθώς και του πολύ μεταγενέστερου Σαλβαντόρ Νταλί. Πόσο εντυπωσιακά είναι τα χαρούμενα, ζωηρά του χρώματα στην μια πλευρά του Κήπου των Επίγειων Απολαύσεων και πόσο σκούρο το φόντο, πόσο απειλητικές οι φλόγες της Κολάσεως. Πώς κατασπαράζονται από διάφορα παράξενα πλάσματα οι άνθρωποι που εξέπεσαν, πώς τιμωρούνται για το προπατορικό αμάρτημα!
Και πόσο ωραία κι απλά το τοποθετεί ένας από τους ειδικούς που μιλούν στο ντοκυμανταίρ: «Στους πίνακες του Ιερώνυμου Μπος υπάρχει πολλή Κόλαση και λίγος Παράδεισος»!
Πολύς Παράδεισος υπάρχει στο γερμανικό ντοκυμανταίρ Άθως του Peter Bardehle από το Αμβούργο που ξεναγεί τους θεατές στο Άγιον Όρος. Δεν πρόκειται για απλή τουριστική περιπλάνηση, αλλά για μια προσπάθεια να καταλάβουν και αυτοί που δεν έχουν ιδέα από το τυπικό και την ουσία της Ορθοδοξίας, τι σημαίνει μοναχισμός. Ορισμένοι καλόγεροι από μονές, σκήτες και καλύβες, δέχτηκαν να γυριστεί σε ταινία ένα μέρος της καθημερινότητάς τους, η οποία ξεδιπλώνεται μπροστά στον θεατή σε διάφορες εποχές του χρόνου. Σκληρή τον χειμώνα με τα χιόνια και το κρύο, ευχάριστη το καλοκαίρι με το ψάρεμα στην θάλασσα, μονότονη ίσως για εμάς τους απ’έξω, δύσκολη, ασήκωτη, ναι, βαριά η καλογερική…
Κι ίσως για κάποιους που δεν θέλουν να έχουν σχέση με τον Θεό, να φαίνεται μάταιη, άσκοπη, ανώφελη. Αφύσικη, απάνθρωπη, όχι τόσο παραδείσια τελικά. Οι κακοπροαίρετοι θα προσέξουν και ορισμένα ανθρώπινα πάθη των μοναχών, θα τα υπερτονίσουν, θα μείνουν σ’αυτά. Εκείνοι που πιστεύουν, θα παρατηρήσουν ότι οι άνθρωποι αυτοί προσεύχονται ολημερίς και ολονυχτίς για την υγεία και την ειρήνη ημών των υπολοίπων.
Αν και φιλότιμη η κινηματογραφική προσπάθεια που απευθύνεται προφανώς σε θεατές οι οποίοι δεν γνωρίζουν τι εστί Άγιον Όρος (παράξενο πώς πολλοί Δυτικοί έχουν επισκεφτεί όλα τα μοναστήρια του Νεπάλ και του Θιβέτ αλλά αγνοούν ακόμα και την ύπαρξη της Αθωνικής Πολιτείας), βρήκα ότι δεν καταφέρνει να φτάσει στο βάθος που επιθυμεί. Είναι μεν ατμοσφαιρική η ταινία, γιατί τα τοπία βοηθάνε, το βυζαντινό τυπικό, η έλλειψη πολλών σύγχρονων ανέσεων και ο αργός ρυθμός του γυρίσματος αλλά και η ίδια η καθημερινότης των μοναχών, χωρίς εκπλήξεις αφού δεν πρόκειται για ταινία με δράση αλλά για μια πραγματικότητα. Όμως δεν βλέπουμε την σοφία που υπάρχει εκεί, τον Παράδεισο της ψυχής των ασκητών, παίρνουμε απλώς μια γεύση επιφανειακή της ζωής τους με τις δύσκολες δουλειές, την παρουσία τους στην εκκλησία και τα μικροπράγματα που συνθέτουν την κάθε μέρα.
Από την άλλη ίσως είναι καλύτερα έτσι. Ας μην γίνει το Άγιον Όρος κτήμα του καθενός, ας μείνει μη τουριστικό, περίπου απροσπέλαστο, άβατο καταφύγιο όχι για τον ταξιδιώτη που θέλει να γνωρίσει κάτι καινούριο ικανοποιώντας την περιέργειά του, αλλά για όποιον έχει πραγματική ανάγκη να αναζητήσει κάτι πιο βαθύ και ν’ανακουφίσει την ψυχή του από τις επίγειες ταλαιπωρίες.
Κείμενο: Λητώ Σεϊζάνη
Πρώτη δημοσίευση: peopleandideas