Μια αναδρομική έκθεση 116 έργων του Μιχάλη Οικονόμου στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη, μας προσφέρει μια ολοκληρωμένη εικόνα του έργου ενός ζωγράφου, που αν και θεωρείται από τους σημαντικότερους ανανεωτές της ελληνικής ζωγραφικής των αρχών του 20ου αιώνα, δεν είναι ιδιαίτερα γνωστός στο ευρύτερο κοινό.
Ο Μιχάλης Οικονόμου γεννήθηκε στον Πειραιά το 1884 από εύπορη οικογένεια. Το 1906 μετακομίζει στο Παρίσι, αρχικά για να σπουδάσει ναυπηγός, όμως σύντομα αφοσιώνεται στην ζωγραφική. Δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για την ζωή του στην Γαλλία όπου έζησε 20 χρόνια, προτού επιστρέψει στην Ελλάδα. Γνωρίζουμε ότι συμμετείχε από νωρίς σε εκθέσεις ζωγραφικής, ότι ταξίδεψε σε μέρη της Γαλλίας και αλλού. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα συνεχίζει να ζωγραφίζει μέχρι σχεδόν το τέλος της ζωής του το 1933, σε ηλικία 49 ετών.
Ο Οικονόμου έπασχε από σύφιλη, μάλλον από την περίοδο που ζούσε στο Παρίσι, μια ασθένεια που υπέσκαψε την σωματική και ψυχική του υγεία, με αποτέλεσμα να εισαχθεί το 1932 στο Δρομοκαΐτειο, όπου και παρέμεινε για ένα χρόνο, μέχρι τον θάνατό του. Φαίνεται ότι το έργο του δεν έτυχε της αναγνώρισης που άξιζε, ώσπου την δεκαετία του 1960 ξαναήρθε στο προσκήνιο με μια έκθεση σε γκαλερί της Αθήνας.
Η έκθεση «Μιχάλης Οικονόμου-Η Αλχημεία της ζωγραφικής» οργανώθηκε και πρωτοπαρουσιάστηκε το 2023 στην Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ στο Μέτσοβο και τώρα μεταφέρθηκε στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη στην Αθήνα. Η έκθεση, που επιμελήθηκε η δρ Αφροδίτη Κούρια, καλύπτει όλες τις περιόδους και την θεματογραφία του Οικονόμου με λίγα και στοχευμένα σχόλια, όπως και ένα κατατοπιστικό βίντεο για τις τεχνικές της ζωγραφικής του.
Ο Οικονόμου ζωγράφισε μόνο τοπία. Ελαιογραφίες με σπίτια, βάρκες, γεφύρια, σπαρμένα χωράφια, ελιές, κυπαρίσσια στη νότια Γαλλία και κυρίως στην γραφική Martigues, και στην Ελλάδα, με πιο χαρακτηριστικά αυτά στην Ύδρα. Ως ιδιαίτερο της τεχνοτροπίας του αναφέρεται το γεγονός ότι χρησιμοποίησε ως υπόστρωμα όχι μόνο καμβάδες και χαρτόνια, αλλά και λινά σεντόνια και φανέλλες, ακόμη και πανιά που είχε ήδη χρησιμοποιήσει για να σκουπίζει τα πινέλα του, με το κάθε υλικό να προσδίδει άλλη υλική υπόσταση στο χρώμα.
Ο Οικονόμου φέρεται να έχει πει για τη ζωγραφική του «Θέλω να δώσω αίσθημα, όσο μπορώ περισσότερο αίσθημα…».
Στην ζωγραφική και τα θέματα του Μιχάλη Οικονόμου, αυτό που εμένα γοητεύει πιο πολύ και μου μεταδίδει «περισσότερο αίσθημα» είναι τα σπίτια δίπλα στη θάλασσα, ένα θέμα που επανέρχεται ξανά και ξανά στα έργα του. Όλα μοναχικά, περιγεγραμμένα με αδρές καμπύλες και με σημάδια φθοράς, άλλα με χαγιάτια κι άλλα με κυματιστές κόκκινες τέντες, μοιάζουν εγκαταλελειμμένα. Ανθρώπινες φιγούρες με φευγαλέο περίγραμμα, σχεδόν αφομοιωμένες στο περιβάλλον, είναι και αυτές μοναχικές κι απόμακρες.
Οι αντικατοπτρισμοί των σπιτιών στο νερό, δημιουργούν την εντύπωση ότι τα σπίτια αυτά είναι έτοιμα να κυλίσουν και να επιπλεύσουν ή να ρευστοποιηθούν στο υγρό στοιχείο. Οι καμπύλες γραμμές, οι βάρκες μπροστά στη θάλασσα, οι αντικατοπτρισμοί, η ερημία του τοπίου, όλα δημιουργούν μια ρευστή ονειρική ατμόσφαιρα, μια μελαγχολική ηρεμία και μια νοσταλγική εντύπωση. Όλα όσα μπορούν να σε κάνουν να ρεμβάζεις, ίσως με κάποια θλίψη.
Το σπίτι που ονειρεύεται (Λάδι σε χαρτόνι)
Κείμενο: Μερόπη Σανοπούλου
Σ.Σ Οι φωτογραφίες του άρθρου προέρχονται από την Εθνική Πινακοθήκη και το Μουσείο Αβέρωφ.