Τη Φρίντα Κάλο την πρωτάκουσα την δεκαετία του ’80, όπως φαντάζομαι και πολλοί άλλοι. Στη συνέχεια διάβασα αρκετά πράγματα γι’ αυτήν, πήρα κι ένα βιβλίο με τους πίνακές της, είδα μια έκθεση έργων της στο εξωτερικό, είδα και την ταινία για τη ζωή της.
Η Φρίντα Κάλο με μαγεύει γιατί τολμά να μιλήσει μέσα απ’ τη ζωγραφική της για όλα όσα την απασχολούν. Δεν αποφεύγει τα φαντάσματα του παρελθόντος, δεν φοβάται τις δύσκολες σχέσεις του παρόντος, δεν ανησυχεί για το μέλλον. Όλα τα αντιμετωπίζει κατάματα και ψυχαναλυτικά με το πινέλο και τις μπογιές της, ξαπλωμένη σ’ ένα κρεββάτι τον περισσότερο καιρό λόγω της αναπηρίας της. Εκεί ίσως βλέπει όνειρα ή οράματα. Εκεί ίσως έχει φαντασιώσεις. Εκεί ίσως προσπαθεί απλώς να τα βγάλει πέρα με την πραγματικότητα.
Η Φρίντα Κάλο δεν ντρέπεται και δεν φοβάται τίποτα. Ζωγραφίζει το λεωφορείο μέσα στο οποίο είχε ένα ατύχημα, μοιραίο για τη ζωή της, που την ανάγκασε να υποβληθεί σε πάμπολλες εγχειρήσεις. Ζωγραφίζει τον άπιστο και άσχημο Ντιέγκο Ριβέρα, τον σύντροφό της με την ισχυρή προσωπικότητα. Ζωγραφίζει τo παιδί που δεν έκανε, τον εαυτό της σαν τραυματισμένο ελάφι, τον εαυτό της διχασμένο σε «Δύο Φρίντες», τον εαυτό της με τα κατάμαυρα μαλλιά, τα σμιχτά φρύδια, τα παραδοσιακά μεξικάνικα κοσμήματα και ρούχα, τις μακριές φούστες. Ο εαυτός της είναι το μοντέλο που προτιμά γιατί είναι συχνά μόνη της, ακινητοποιημένη από τον πόνο, τον σωματικό και τον ψυχικό. Είναι όμορφη, είναι δυνατή και αγαπάει την τέχνη και την πολιτική. Γνωρίζει τον Τρότσκι και τον φιλοξενεί στο σπίτι της. Φαίνεται, μάλιστα, ότι έχει και μια ερωτική σχέση μαζί του.
Το ενδιαφέρον για την μαγευτική, σουρρεαλιστική, ονειρική τέχνη της Φρίντα Κάλο μας οδηγεί σ’ ένα ενδιαφέρον για την τέχνη του Ντιέγκο Ριβέρα, με τις μεγάλες πολυπρόσωπες τοιχογραφίες του που είναι κι αυτές αξιόλογες. Ντιέγκο και Φρίντα εμπνέονται από τα πολιτικά τους πιστεύω αλλά και από την τέχνη των ιθαγενών του Μεξικού. Είναι σαν να συναγωνίζονται ο ένας τον άλλον ποιός θα δημιουργήσει περισσότερο, ποιός θα γίνει πιο διάσημος. Εκείνος έχει στην αρχή το επάνω χέρι αλλά ο χρόνος φαίνεται να συμπαθεί περισσότερο εκείνην. Θα γίνει παγκοσμίως γνωστή μετά τον θάνατό της. Το ναϊφ στυλ της, τα έντονα χρώματά της, τα εξωτικά φυτά που βάζει ν’αναρριχώνται στους πίνακές της, αλλά κι ολόκληρος ο ψυχικός της κόσμος, θα τραβήξουν σαν μαγνήτες το ενδιαφέρον του κοινού που θα πάθει παράκρουση με το έργο και την προσωπικότητά της. Κάθε λεπτομέρεια της ζωής της θα γίνει γνωστή, θα μελετηθεί, θα αναλυθεί, θα ερμηνευθεί. Θα μάθουμε το γενεαλογικό της δέντρο, τις συνήθειές της, τα μυστικά της κρεββατοκάμαράς της, τα πάντα. Θα γίνουμε όλοι ψυχαναλυτές και εξομολόγοι που ακούνε τα μυστικά της. Γιατί εκείνη διάλεξε να μας τα πει. Γιατί την ζωή της, που μοιάζει να υπήρξε άδικη και άχαρη, προτίμησε να την εξωτερικεύσει και να την μετατρέψει σε τέχνη, να μην την κρατήσει μόνο για τον εαυτό της αλλά να την παραδώσει στον κόσμο. Με κάθε ανατριχιαστική λεπτομέρεια.
Κείμενο: Λητώ Σεϊζάνη
Πρώτη δημοσίευση: peopleandideas