Στην καρδιά της Πλάκας στα χρόνια της δικτατορίας. Εκεί όπου με οδηγό τη μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου η ψυχαγωγία ήταν μυσταγωγία και ανάταση ψυχής!
Το χειμώνα 1971-72 ανοίγει η ΛΗΔΡΑ με το πρόγραμμα του Γιάννη Μαρκόπουλου. Δικτατορία, χειμώνας 1972-73 πηγαίναμε στη ΛΗΔΡΑ. Αλλά και τον επόμενο χειμώνα 1973-74 πάλι δικτατορία ήταν και μείς πάλι πηγαίναμε και ξαναπηγαίναμε στη ΛΗΔΡΑ. Και είχαμε τους λόγους μας!
Μέσα σε αυτόν το χώρο με τα μικρά τραπεζάκια και τον ημικυκλικό εξώστη ρουφούσαμε ανάσες ελευθερίας ακούγοντας τη θεσπέσια μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου. Ο Γιάννης Μαρκόπουλος ήταν ήδη γνωστός συνθέτης και όχι μόνο από τα «Ζαβαρακατανέμια». Αγαπημένα ακούσματα στις φοιτητικές παρέες ήταν τα «Κάτω στης Μαργαρίτας το αλωνάκι», «Παιδί με το γρατζουνισμένο γόνατο» και τα «Γκρεμισμένα Σπίτια» από το θεατρικό "Το κορίτσι με το κορδελάκι" του Νότη Περγιάλη. Οι πιο ψαγμένοι είχαν εκτιμήσει τη μουσική επένδυση στις «Μικρές Αφροδίτες» του Νίκου Κούνδουρου αλλά και την εξαιρετική ενορχήστρωση που είχε κάνει στην συγκλονιστική και κρυφά ακουόμενη τότε, «Κατάσταση Πολιορκίας» του εξόριστου Μίκη Θεοδωράκη.
‘Ομως σε αυτές τις (πολλές) βραδιές στη ΛΗΔΡΑ βιώσαμε έναν άλλο κόσμο μουσικής που μέχρι τότε ήταν χωρισμένος σε κουτάκια με ταμπελίτσες και που λόγω χούντας η ταμπελίτσα «παραδοσιακή μουσική» μας δημιουργούσε μια μεγάλη απώθηση. Η γόνιμη σύζευξη των μουσικών ειδών που κατάφερε ο Γιάννης Μαρκόπουλος εκείνη την εποχή μας έφερε κοντά στην παραδοσιακή, αλλά όχι αποστειρωμένη και συνδεδεμένη με τα εθνικοπατριωτικά πρότυπα της χούντας, ελληνική μουσική. Μας άνοιξε δρόμους, συνταίριαξε και συμπλήρωσε τα μουσικά μας ακούσματα-Σαββόπουλο αλλά κυρίως ξένο rock- εκείνης της περιόδου. Ναι, ακούγεται υπερβολικό αν δεν έχεις ζήσει την εποχή και την ατμόσφαιρα μέσα στη ΛΗΔΡΑ, όμως βρήκαν όλα μαζί τον χώρο τους στην καρδιά μας.
Ενώναμε τις φωνές μας και τραγουδούσαμε με πάθος. «Μπήκαν στη πόλη οι οχτροί», «Το Καφενείον η Ελλάς», «Χίλια, μύρια κύματα μακριά τ’ Αϊβαλί». Κι όταν ο Ψαρονίκος έπαιρνε τη λύρα του στο τρίτο μέρος του προγράμματος, μας ταξίδευε στον Ψηλορείτη. «Αγρίμια κι αγριμάκια μου», «Σε ψηλό βουνό» και «Πότε θα κάνει ξαστεριά». Με τον δίσκο του «Τα Ριζίτικα» που κυκλοφόρησε το 1971 ο Μαρκόπουλος δεν μας έφερε μόνο κοντά στο μεγαλείο της κρητικής μουσικής αλλά γνώρισε στο κοινό και τον Νίκο Ξυλούρη. Και τον λατρέψαμε, όχι μόνο εμείς αλλά κι ολόκληρο το πανελλήνιο!
Κύκλοι τραγουδιών όπως το «Χρονικό», «Ιθαγένεια», «Διάλειμμα» που τους ακούσαμε, μερικούς για πρώτη φορά εκεί στη Λήδρα, καθισμένοι συνήθως στον μικρό εξώστη με την απρόσκοπτη θέα στην υπερυψωμένη σκηνή. Τραγούδια που χωρίς οι στίχοι τους να είναι αμιγώς πολιτικοί (άλλωστε θα τους έκοβε η λογοκρισία αν ήταν) απέπνεαν όμως έναν αέρα εναντίωσης κι έβαζαν στους ώμους μας φτερά και στις ψυχές ελπίδα.
Ζητούσαμε διέξοδο και η μουσική και τα τραγούδια του Γιάννη Μαρκόπουλου μας άνοιγαν τη χαραμάδα και μας έδιναν τη φωνή που είχαμε τόσο ανάγκη!
Κείμενο: Μαριάννα Καραβασίλη
Υ.Γ Από τη μουσική σκηνή της Λήδρας τα τρία αυτά χρόνια στα οποία αναφέρομαι εκτός από τους αρχικούς συνεργάτες Θέμη Ανδρεάδη, Δάφνη Ζούνη, Μέμη Σπυράτου, Λιλή Χριστοδούλου, τον εξαίρετο Τάσο Διακογιώργη στο σαντούρι και βέβαια τον Νίκο Ξυλούρη συμμετείχαν η Τάνια Τσανακλίδου, ο Σταύρος Πασπαράκης, ο Χρήστος Λεττονός, ο Λάκης Χαλκιάς κι ο Χαράλαμπος Γαργανουράκης με το προφητικό και επίσης χιλιοτραγουδισμένο «Τα λόγια και τα χρόνια».