Αδιαμφισβήτητα, η μουσική αποτελεί μια από τις σημαντικότερες μορφές τέχνης, που αναπτύχθηκε στο μέγιστο βαθμό, από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Για την πλειοψηφία συνιστά αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας , καθώς συνδέεται σημαντικά με την συναισθηματική νοημοσύνη και επηρεάζει ως επί το πλείστον το ιδιοσυγκρασιακό μοντέλο της ανθρώπινης ύπαρξης.
Στην πραγματικότητα, ο μηχανισμός που προκαλεί συναισθήματα ευχαρίστησης στον άνθρωπο, είναι ο ίδιος με αυτόν που αφορά εξαρτήσεις (αλκοόλ, ναρκωτικά, ζάχαρη). Τουτέστιν, όσο περισσότερο απολαμβάνει κάποιος την μουσική, τόσο μεγαλύτερη είναι η διέγερση η οποία πυροδοτεί την απελευθέρωση ντοπαμίνης στον εγκέφαλο. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του βοηθού καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, Ντάνιελ Γκούσταφσον, η μουσική χρησιμοποιείται από τους περισσότερους ανθρώπους ως μέσο σύνδεσης και έκφρασης των συναισθημάτων, με αποτέλεσμα να την καθιστά σημαντικό παράγοντα στην αντιμετώπιση προβλημάτων. Τί συμβαίνει όμως όταν οι ώρες ακρόασης μέσα στην ημέρα ξεπερνούν το επιτρεπτό όριο; Μπορεί η υπερβολική ακρόαση μουσικής να οδηγήσει πραγματικά σε ψυχολογικές διαταραχές;
Με βάση την έρευνα του δρ. Μπράιαν Πρίμακ, καθηγητή του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ, οι έφηβοι μεταξύ 12 και 18 ετών που προτιμούν να ακούν μουσική από το να χρησιμοποιούν άλλα μέσα ψυχαγωγίας , όπως τηλεόραση, διαδίκτυο ή βιβλία , είναι πιθανότερο να εμφανίσουν στο μέλλον καταθλιπτική διαταραχή σε σχέση με αυτούς που ακούν λιγότερη μουσική στη διάρκεια της ημέρας. Ακόμα, η έρευνα έδειξε πως η πλειοψηφία των νέων που συμμετείχαν στη μέτρηση είχαν μέσο όρο 4 με 5 ώρες καθημερινής ακρόασης. Ο δρ.Πρίμακ πρόσθεσε πως “Δεν είναι απολύτως ξεκάθαρο αν οι άνθρωποι που εμφανίζουν μείζονα καταθλιπτική διαταραχή , χρησιμοποιούν την μουσική ως μέσο διαφυγής ή αν η υπερβολική ακρόαση οδηγεί τελικά σε κατάθλιψη’’.
Επιπρόσθετα, η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, πραγματοποίησε πρόσφατα έρευνα που αφορούσε την ζημία που επέρχεται στο εσωτερικό του αυτιού, ύστερα από την πολύωρη χρήση ακουστικών, καθώς και από την αυξημένη ένταση του ήχου. Η έρευνα έδειξε πως τα περισσότερα ακουστικά του εμπορίου τα οποία παρέχονται για προσωπική χρήση, φτάνουν το ανώτατο όριο ήχου των 110 ντεσιμπέλ, δηλαδή 20 βαθμούς παραπάνω από το όριο που μπορεί να προκαλέσει ακουστικά προβλήματα. Γίνεται επίσης αντιληπτό ότι όσο πιο πολυσύνθετη είναι η μουσική, τόσο ευκολότερο είναι για τον εγκέφαλο να επεξεργαστεί την ποικιλομορφία του ήχου. ( Σύμφωνα με την έρευνα όταν υπάρχει ποικιλία στον ήχο και κυρίως στην παραγωγή , κεντρίζεται πιο εύκολα το ενδιαφέρον του ακροατή με αποτέλεσμα ο εγκέφαλος να λειτουργεί πιο συγκεντρωτικά και σε μια συνεχή εγρήγορση και έτσι μπορεί να επεξεργαστεί καλύτερα τους ήχους που φτάνουν). Η κύρια ψυχολογική διαδικασία που προκύπτει όταν κάποιος ακούει μουσική ονομάζεται ροή. Για να προκύψει η ροή είναι απαραίτητο ο ήχος που θα τεθεί υπό επεξεργασία να είναι αρκετά ενδιαφέρων για τον ακροατή. Εάν δεν συμβεί αυτό, η κατάσταση της ροής αρχίζει να εκλείπει σταδιακά.
Για να γίνουν λοιπόν κατανοητές οι παραπάνω μελέτες, ας υποθέσουμε το εξής. Έστω ότι κατά τη διάρκεια της ημέρας μας διαπερνούν πολλές σκέψεις και συναισθήματα, άσχημα, όμορφα, ενδεχομένως συναισθήματα άγχους και ταυτόχρονα οι ώρες που καταναλώνουμε στην ακρόαση των αγαπημένων μας τραγουδιών είναι αρκετές, με σκοπό να ξεφύγουμε σε έναν μικρό βαθμό από ό,τι μας περιτριγυρίζει. Αυτό που πραγματικά συμβαίνει και είναι άμεσα συνυφασμένο με τους προηγούμενους συλλογισμούς , είναι η χρήση μουσικής ως μέσο αποφυγής και κάλυψης των συγκεκριμένων συναισθημάτων και σκέψεων, με αποτέλεσμα όταν έρθει η νύχτα, να μας κατακλύζουν όλα μαζί , σε εκείνο το “μοναδικό” δεκάλεπτο που προσπαθούμε επιτέλους να κοιμηθούμε. Προφανώς και είναι αδύνατο να φανταστούμε μια ζωή χωρίς μουσική, διότι θα ήταν μια ανέκφραστη και πληκτική ζωή, όμως αν καταφέρουμε να αναθεωρήσουμε τον τρόπο και τον χρόνο που καταναλώνονταιι, ίσως την απολαύσουμε και την εκτιμήσουμε περισσότερο.
Κείμενο: Παύλος Κελεσίδης