Η τραγική μοίρα του μυθικού Ορέστη δεν άφησε ασυγκίνητο τον Κώστα Βάρναλη. Στο ποιητικό του έργο της πρώτης περιόδου, εντάσσεται και το σονέτο «Ορέστης».
Γράφτηκε την περίοδο που ο ποιητής- φιλόλογος στη Μ.Ε αλλά και μεταφραστής αρχαίων τραγωδιών- υπηρετεί ως Σχολάρχης στα Μέγαρα. Πρωτοδημοσιεύθηκε το 1914 στο αλεξανδρινό περιοδικό «Γράμματα» και ξεχώρισε για την πλούσια, ελεύθερη από αγκυλώσεις δημοτική γλώσσα και τον τολμηρό, δραματουργικό τρόπο γραφής του. Ο μετέπειτα βαθιά πολιτικοποιημένος Κώστας Βάρναλης (1884-1974) σκύβει με ευαισθησία πάνω από τον ήρωά του και αποδίδει στους 14 στίχους του, αδρά και με περίσσια ποίηση, όλη την τραγικότητα της αναπόδραστης πράξης και τις διαδρομές της συνείδησης του βαριόμοιρου Ορέστη.
Ορέστης
Σέλινα τα μαλλιά σου μυρωμένα,
λύσε τα να φανείς, ως είσαι, ωραίος
και διώξε από το νου σου πια το χρέος
του μεγάλου χρησμού, μια και κανένα
τρόπο δεν έχεις άλλονε! Και μ' ένα
χαμόγελον ιδές πού σ' έφερ' έως
στου Άργους την πύλη ο δρόμος σου ο μοιραίος
το σπλάχνο ν' αφανίσεις που σ' εγέννα.
Κανείς δε σε θυμάτ' εδώ. Κι εσύ όμοια
τον εαφτό σου ξέχανέ τον κι άμε
στης χρυσής πολιτείας τα σταβροδρόμια
και το έργο σου σαν να 'ταν άλλος κάμε.
Έτσι κι αλλιώς θα παίρνει σε από πίσου
για το αίμα της μητρός σου για η ντροπή σου.
Από τα Ποιητικά, εκδόσεις Κέδρος. 1956
Υ.Γ Έναν αιώνα μετά τη συγγραφή του, το ποίημα του Κώστα Βάρναλη δεν έχει μελοποιηθεί, προσώρας. Την ιστορία του Ορέστη συναντάμε όμως στους μελοποιημένους από το Μάνο Χατζιδάκι εξαιρετικούς στίχους του Νίκου Γκάτσου στην «Μυθολογία», τραγουδισμένους από τον Γιώργο Ρωμανό.
Ορέστης
Ένα παιδί ένα παιδί
βρήκε στο δρόμο ένα κλειδί
και σε δυο μήνες
έφτασε απέξω απ’ τις Μυκήνες.
Ποιος θα το δει ποιος θα το δει
ποιος θα γνωρίσει το παιδί;
Είχε σταθεί είχε σταθεί
το σπίτι του να θυμηθεί
κι από μια πύλη
κόκκινο του πέταξαν μαντήλι.
Ποιος θα το δει ποιος θα το δει
ποιος θα μιλήσει στο παιδί;
Μοίρα κρυφή μοίρα κρυφή
στείλε την κόρη κι αδερφή
για να του φέρει
πέτρινο στο χέρι του μαχαίρι.
Ποιος θα το δει ποιος θα το δει
ποιος θα πονέσει το παιδί;
Μα το παιδί μα το παιδί
ήταν αηδόνι σε κλαδί
και πριν βραδιάσει
πέταξε και χάθηκε στα δάση.
Και το κλειδί και το κλειδί
κανένας άλλος δε θα δει.
Κείμενο : Μαριάννα Καραβασίλη