Η Άκρα Ταπείνωσις και η ταπείνωση του ποιητή.
« Τὸν ἔβλεπα συχνὰ στὸ Βαρδάρι, παρέα μὲ κάτι γέρους κολομπαράδες. Περίπου τριαντάρης, σιωπηλός, μονίμως ἄνεργος, ὄχι πολὺ ἀρρενωπός, πάντα φτωχοντυμένος καὶ ἀξύριστος. Τοῦ πρότεινα παρέα κι ἦρθε. Ἀνηφορίσαμε σιωπηλοὶ γιὰ τὴν περιοχὴ τοῦ ντενεκὲ μαχαλᾶ. Σταθήκαμε στὰ σκοτεινά. Διστάσαμε.
Ἔσβησε τὸ τσιγάρο του. «Γιά στάσου», εἶπε, σὰ νὰ θυμήθηκε κάτι. «Μεγάλη Πέμπτη δὲν εἶναι σήμερα;» «Ναί», εἶπα, «καὶ τί μ’ αὐτό;» «Τί θὰ πεῖ ʺκαὶ τί μ’ αὐτόʺ; Ἡ ἐκκλησία νὰ ψέλνει τὰ δώδεκα εὐαγγέλια, καὶ μεῖς νὰ γαμιόμαστε;» «Καὶ τί θὲς νὰ κάνουμε; νὰ περιμένουμε τὸ Πάσχα;» «Βρέ, θὰ μᾶς κάψει ὁ Θεός, καταλαβαίνεις;» «Ἔ, τότε τί ἤθελες καὶ μὲ κουβάλησες ἐδῶ;» Μαλάκωσε. «Δίκιο ἔχεις. Ἀπὸ βραδὺς τό ‘χα στὸ νοῦ μου ἀλλὰ μετὰ τὸ ξέχασα. Πᾶμε τώρα. Ἄλλη φορά».
Ἔφυγα τσατισμένος. Πιὸ πολὺ μὲ τὸν ἑαυτό μου. Ἀκοῦς ἐκεῖ, ἕνας ἀλήτης νὰ μοῦ δώσει τέτοιο μάθημα, ἐμένα πού ‘ξερα τὰ δώδεκα εὐαγγέλια ἀπέξω!».
Μικρό πεζό ἀπό την συλλογή « Η Κάτω Βόλτα » ἐκδόσεις Διαγωνίου. Υπεύθυνος : Ντίνος Χριστιανόπουλος, Καλλιτεχνική επιμέλεια : Κάρολος Τσίζεκ. Θεσσαλονίκη 1991.
Ο Κωνσταντίνος Δημητριάδης-μετέπειτα γνωστός σαν Ντίνος Χριστιανόπουλος-εμπνεύστηκε ακόμη και το ψευδώνυμό του από την μακρά θητεία του στο Κατηχητικό. Με προσφυγική καταγωγή από την Ανατολική Θράκη, γεννήθηκε το 1931 και πέθανε το 2020 στην Θεσσαλονίκη.
Αντισυμβατικός και αυστηρός όταν κάτι τον ενοχλούσε, αιχμηρός στον λόγο του, αμαρτωλός-σύμφωνα με τις επιταγές της Εκκλησίας-, φιλοπαίγμων, είρων και εριστικός, λάτρης της ψαλτικής και του ρεμπέτικου, σφράγισε με την παρουσία του και την εξομολογητική ποίησή του την πνευματική ζωή της Θεσσαλονίκης.
Κείμενο: Μαριάννα Καραβασίλη