Η ιδεολογική κληρονομιά του Νίκου Καζαντζάκη

Η ιδεολογική κληρονομιά του Νίκου Καζαντζάκη

Δεν ήταν όμοιος του Όμηρου, δεν ήταν απόστολος ή Μεσσίας, όπως πολλοί των επικρίνουν για τη μεγαληγορία των έργων του, όμως η πληθώρα της εργογραφίας που άφησε πίσω του ο πολυδιαβασμένος συγγραφέας παραμένει σημαντική και κομβικό σημείο της νεοελληνικής γραμματείας.

Ο Αριστοτέλης είχε επισημάνει δύο τύπους ποιητών: τους εύπλαστους, όπου διακρίνονται για την ποικιλομορφία και το εύρος των χαρακτήρων που πλάθουν, και τους εκστατικούς,  που γράφουν με οίστρο, μανιωδώς, πλάθοντας χαρακτήρες των άκρων και των υπερβάσεων, άλλοτε και ως αντικατοπτρισμούς του ίδιου τους του ψυχισμού. Στη δεύτερη αυτή κατηγορία εντάσσεται αναμφίβολα και ο νεοέλληνας συγγραφέας, Νίκος Καζαντζάκης. 

Η βιογραφία του μεγάλου λογοτέχνη, πλέον πασίγνωστη, λέγεται πως υπήρξε το ιδεολογικό του εφαλτήριο για ολόκληρη τη σύνταξη της εργογραφίας του. Και πράγματι, δεν είναι δύσκολο να ασπαστεί κανείς γιατί: Βιώνοντας την ένταση του ελληνοτουρκικού πολέμου στην Κρήτη, την αυστηρότητα και τη γλυκύτητα του πατέρα και της μητέρας του αντίστοιχα

«Παλεύουν μέσα μου η μάνα μου κι ο κύρης μου κι όλη μου τη ζωή μάχομαι να τους φιλιώσω⸱ μα δε φιλιώνουν»

Ο Νίκος Καζαντζάκης ταραζόταν από μια δια βίου οντολογική αγωνία και ένα διχασμό ενδόμυχο. Κι έπειτα, η μόρφωση που αποκόμισε από το εσώκλειστο ελληνογαλλικό σχολείο της Νάξου, που παραμένει ως σήμερα τόπος τιμής και μνήμης των παιδικών χρόνων Καζαντζάκη, και πρώτων ιδεολογικών του εναυσμάτων, εν μέρει αποτελούν εφαλτήρια προσανατολισμών ιδεολογικών, όπου ερμηνεύουν τη βαθιά υπαρξιακή ανησυχία, το κατηχητικό θρησκευτικό δόγμα που πάσχισε να απωλέσει από τα φαύλα στοιχεία. Και σταδιακά μεστώνοντας, ολοένα το εμπλούτιζε με επιρροές ανατολικές και δυτικές, βάσει της μαρξιστικής ιδεολογίας, του βουδισμού και του νιτσεϊσμού κι ακόμη των συντροφικών του κύκλων και των οπαδών του, όπως ακολούθησε σε πρώιμο ακόμη στάδιο της συγγραφικής του εξέλιξης το μεγαλοϊδεατισμό του φιλόδοξου Σικελιανού, τον άκρατο ελληνισμό και το ξέσπασμα της δελφικής ιδέας, όπως τη συνέλαβαν προς την ίδρυση μιας νέας θρησκείας.

  Αναμφίβολα προικισμένος με πληθώρα διανοητικών αρετών, το έργο του υπήρξε σταθερά ποικιλόμορφο και εν πολλοίς προσοδοφόρο, που με το πέρασμα του καιρού, ο καθείς δύναται να επανεξετάσει και να επανερμηνεύσει, μέσω διαφόρων πρισμάτων. Και παρόλα αυτά, όπως και ο ίδιος, το έργο του εξακολουθεί να διχάζει, να φέρει αντικρουόμενα ρεύματα φανατικού θαυμασμού και μίσους⸱ ίσως γιατί όταν κανείς πραγματεύεται τα μεγάλα ζητήματα του Θεού και της ανθρώπινης ύπαρξης, το χρέος του ανθρωπισμού, του εαυτού μας, είναι αναντίρρητο πως θα επισύρει έριδες και διχασμούς, αλλά ίσως αυτό είναι που τον καθιστά μοναδικό παράδειγμα στην ελληνική λογοτεχνία, και δη της μεταπολεμικής Ελλάδος.

 Τον Καζαντζάκη συνήθως τον ανακαλύπτουμε, δεν τον διδασκόμαστε, παρά μόνο ως όνομα, ακριβώς γιατί ως τις μέρες μας, η διχόνοια και η δυσπιστία που επιφέρει δεν έχουν χωνευτεί επαρκώς από τους Έλληνες, γιατί δεν έρχεται πάντα σε σύμπνοια με τις πεποιθήσεις και το εγώ τους⸱ η μακρά ιδεολογική παρυφή του Καζαντζάκη μοιάζει άλλοτε μεγαλόπνοη και φαύλη αντί καρπός πολύχρονων αναζητήσεων⸱ ενώ συνάμα και η ίδια του η χώρα του στέρησε δυο φορές το Νόμπελ, ο κλήρος τον εξύβρισε και τον απαγόρευσε στο λαό ως ανάγνωσμα, κι αυτό γιατί ο συγγραφέας τόλμησε να αλληγορήσει διά του προσωπείου του Χριστού και των ιερών προσώπων. Δεν ήταν  όμοιος του Όμηρου, αν και το πραγματευόταν συχνά, δεν ήταν απόστολος ή Μεσσίας, όπως πολλοί των επικρίνουν για τη μεγαληγορία των έργων του, ως αντιστάθμισμα για τις ευθύνες που επιρρίπτονται τώρα απάνω στα έργα και στην πληθώρα της κληρονομιάς που άφησε πίσω του στον κόσμο και στις επερχόμενες γενιές.

    Και πλέον, που μια σωρεία μελετών και ερευνών καταπιάνονται με τον βίο και την πολιτεία του Νίκου Καζαντζάκη, τώρα που υπέρμετρα φιλόδοξοι μιμητές και στοχαστές του έργου του εμβαθύνουν στο πηγαίο κέλευσμα, την βαθιά αγωνία και στοχαστική υπέρβαση που διέπει ολόκληρο το έργο του, και συνάμα οι πολέμιοι ανδραποδίζονται με τη μεγαληγορία του και το θράσος να ασπαστεί τα ιερἀ σύμβολα ως παραβολικά σημεία, χρίζεται η μεγαλύτερη ανάγκη να ξεκαθαριστεί ποιος ήταν και τι ήταν, η αξιομνημόνευτη αυτή παρουσία των ελληνικών γραμμάτων.

 Κείμενο : Ιωάννα Ξυναροπούλου.


Εκτύπωση   Email