Μια φίλη του ηλεκτρονικού μας περιοδικού που προτίμησε να μείνει ανώνυμη, διάβασε ένα ποίημα του Γιάννη Βαρβέρη και έδωσε την δική της ερμηνεία. Διαβάστε κι εσείς το ποίημα αλλά και τα σχόλιά της.
Ένα κερί
Αυτό το κερί που άναψα
περαστικός από τον οίκο σου
δεν είναι η προσευχή μου
για να Σε φθάσει εκεί ψηλά
ούτε βεβαίως καμιά ελπίδα
που εναπέθεσα σε Σένα.
Η καθαρότητα της ύλης του
δε συμβολίζει το ακηλίδωτο
της πρόθεσής μου
κι η μαλακή υφή του
καθόλου δεν υπόσχεται
την εύπλαστη μεταστροφή μου
στη μετάνοια
όπως οι αλληγορίες εγγράμματων πιστών Σου
ξέρουν να τυλίγουν.
Μπορεί να μοιάζει μ’ όλα τ’ άλλα
όμως αυτό
ανάφτηκε για να σου πει
πως ευτυχώς
στέκομαι εδώ αβοήθητος
και πως ακόμα
όσο μπορώ
θα λάμπω.
Γιάννης Βαρβέρης (1955-2011)
Το ποίημα αυτό ανήκει στην ποιητική συλλογή «Ο άνθρωπος μόνος» (2009). Η συλλογή περιλαμβάνει 50 ποιήματα του Βαρβέρη με έκδηλη τη θρησκευτική αγωνία του εν όψει της κρίσιμης ώρας του θανάτου του.
Στο συγκεκριμένο ποίημα, ο ποιητής απευθύνεται στο Θεό, λέγοντάς του ότι άναψε ένα κερί «περαστικός». Το κερί το άναψε χωρίς ούτε να ελπίζει σε κάτι, ούτε να παρακαλεί για κάτι. Φαίνεται να έχει χάσει τα προηγούμενα στηρίγματά του, ίσως και να τα ειρωνεύεται (ούτε βεβαίως καμιά ελπίδα…). Δεν δίνει καμιά υψηλή αλληγορική σημασία στην πράξη του, δηλαδή στο άναμμα του κεριού. Αγνό κερί δε σημαίνει για τον ποιητή αγνές προθέσεις. Επίσης, το μαλακό και το εύπλαστο της ύλης του κεριού δε συμβολίζει το μαλάκωμα της ψυχής του και τη μετάνοιά του. Θεωρεί τις αλληγορίες τυλίγματα (= περιτυλίγματα – φτιασιδώματα;) ή απόπειρες να «τυλίξουν» το Θεό (δηλαδή να Τον καταφέρουν να κάνει ό,τι του ζητείται); Αν και είναι ίδιο με όλα τ΄ άλλα κεριά, το κερί του ποιητή ξεχωρίζει, γιατί ανάφτηκε απλώς για να θυμίσει στο Θεό την παρουσία του ποιητή, δηλαδή ότι υπάρχει έστω και χωρίς στηρίγματα (αβοήθητος) και ότι συνεχίζει να ζει, και μάλιστα όχι μόνο απλά να ζει αλλά και να εκδιπλώνει τις όποιες χάρες του. Ανατρέπει εδώ τις προηγούμενες αλληγορίες και διατυπώνει μία δική του. Αντιπροτείνει κάτι άλλο. Άρα το ποίημα δεν είναι μόνο άρνηση και παραίτηση (ευτυχώς – λάμπω). [Μας θυμίζει εδώ το στίχο του Ελύτη «λάμπει μέσα μου αυτό που αγνοώ, ωστόσο λάμπει».]
Το ποίημα αυτό μου το έδωσε η αδελφή μου. Της άρεσε πολύ αλλά και εμένα με άγγιξε. Ο ποιητής βρίσκεται ενώπιον του θανάτου αλλά νομίζω ότι παρόμοια συναισθήματα μπορεί να έχουμε και εμείς ακόμα και μπροστά σε λιγότερο ακραίες καταστάσεις. Είναι μια αφορμή να σκεφτούμε τους λόγους για τους οποίους ανάβουμε κερί και το συναίσθημα που συνοδεύει την πράξη αυτή. Για να μιλήσω για τον εαυτό μου, το ποίημα δεν μου μιλάει για τις φορές που ανάβω το κερί από συνήθεια, δηλαδή, μπαίνοντας στο ναό, χωρίς να σκέφτομαι κάτι ιδιαίτερο – για την ακρίβεια, τότε σκέφτομαι «αφού έριξα τα χρήματα και να μη το ανάψω δεν πειράζει. δε γεμίζουμε και κάπνα». Με αφορά και με αγγίζει όμως, τις φορές -που είναι και οι περισσότερες-, κατά τις οποίες ανάβω κερί παρακαλώντας για κάτι, ελπίζοντας σε κάτι. Και μόνο το γεγονός αυτό συνήθως με παρηγορεί. Υπάρχουν και στιγμές -ελάχιστες- που σε ώρες κρίσεως, αισθανόμενη αβοήθητη, το ανάβω χωρίς ελπίδα, χωρίς να περιμένω τίποτα, παρά μόνο την παρηγοριά που δίνει η ίδια η πράξη και το φως που ανάβει. Εκείνη την ώρα φαίνεται σαν να μην πιστεύει κανείς σε τίποτα. Ωστόσο είναι έτσι; Μήπως η παραίτηση από τα στηρίγματα και τις ελπίδες μας, στο βαθμό που μας δημιουργούν ψεύτικες προσδοκίες, είναι πραγματικά σωτήρια; Ίσως εδώ αναφέρεται το «ευτυχώς» του ποιητή. Νομίζω ότι είναι πράγματι σωτήρια, εφόσον μάς κάνει να συνειδητοποιήσουμε -όπως διάβασα πρόσφατα και μου άρεσε- ότι η «κρίση προκύπτει συνήθως από τη σύγκρουση των προσδοκιών μας με αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα. Ο Θεός δεν μας έχει υποσχεθεί ότι δε θα μας συμβεί τίποτα κακό. Ούτε υποσχέθηκε να αποτρέπει τις δυσάρεστες συνέπειες των αυτοκαταστροφικών επιλογών και ενεργειών μας». Αυτό αισθάνομαι ότι συνήθως παρακαλώ. «Υποσχέθηκε όμως ότι θα είναι πάντα μαζί μας», «θα μας δίνει δύναμη να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες και θα χρησιμοποιεί τις οποιεσδήποτε εμπειρίες μας για να δώσει νόημα στη ζωή μας» Με την οπτική αυτήν, βλέπω τη στάση του ποιητή ως μια μάλλον πιο συνειδητή πίστη και σίγουρα μια αξιοπρεπή στάση απέναντι στο θάνατο.
Σημ. Το κείμενο σε εισαγωγικά είναι από το βιβλίο του π. Φιλοθέου Φάρου, Στου δρόμου τα μισά, εκδ. Αρμός, σελ.134.
Πρώτη δημοσίευση 17.02.12 People and Ideas