H Sei Shonagon (966-1017 ή 1025) υπήρξε Κυρία των τιμών της Τέϊσι, συζύγου του αυτοκράτορα της Ιαπωνίας, μεταξύ των ετών 990 και 1002 στο Κυότο.
Έγραψε "Το βιβλίο του μαξιλαριού", ένα ημερολόγιο για προσωπική της διασκέδαση. Ονομάστηκε έτσι επειδή κάποια στιγμή κατά λάθος αποκαλύφθηκε στα μέλη της αυλής όταν η κάτοχός του το ξέχασε πάνω σ’ένα μαξιλάρι που η ίδια είχε βγάλει για κάποιον επισκέπτη. Εκείνος, παρά τις ικεσίες της, το πήρε μαζί του. Έτσι το βιβλίο της παραμένει ακόμα και σήμερα, δέκα αιώνες μετά την συγγραφή του, διάσημο σ’ολόκληρο τον κόσμο. (Σχετικά με τον τίτλο υπάρχουν και διάφορες άλλες εικασίες.)
Η Sei Shonagon συγκαταλέγεται στους 36 αθάνατους ποιητές του Μεσαίωνα στην Ιαπωνία που έγραψαν στίχους με την ποιητική μορφή waka, ένα είδος που χρησιμοποιήθηκε κυρίως κατά την διάρκεια της περιόδου Heian.
Όλες τις κρυφές της σκέψεις γράφει η Σέϊ Σόναγκον στο Βιβλίο του μαξιλαριού. Όλ’αυτά που δεν μπορούσε να πει σε άλλους γιατί προφανώς η ιαπωνική ευγένεια και η εθιμοτυπία της αυτοκρατορικής αυλής δεν της το επέτρεπαν. Ό,τι την ενοχλεί, όσα πράγματα σιχαίνεται ή τα βρίσκει εκνευριστικά, τα απαριθμεί χωρισμένα σε κεφάλαια.
Αλλά όχι μόνον αυτά που δεν της αρέσουν. Υπάρχουν και πράγματα που κάνουν την καρδιά της να χτυπάει δυνατά και άλλα που της φέρνουν νοσταλγία καθώς και εκείνα που της δίνουν χαρά.
Πιο κάτω απαριθμεί όσα πράγματα θεωρεί σπάνια:
«Ένας γαμπρός που ακούει επαίνους από τον πεθερό του. Το ίδιο και μια γυναίκα που έχει την αγάπη της πεθεράς της.
Ένα ασημένιο τσιμπιδάκι φρυδιών που αφαιρεί πράγματι αποτελεσματικά τις τρίχες.
Ένας υπηρέτης που δεν μιλάει άσχημα για τον αφέντη του.
Ένα άτομο που δεν έχει κανένα ελάττωμα. Κάποιος που είναι ανώτερος τόσο σε εμφάνιση όσο και σε χαρακτήρα, και που έχει μείνει εντελώς αθώος στην διάρκεια της μακροχρόνιας συναλλαγής του με τον κόσμο.
Δεν υπάρχει περίπτωση δυο άνθρωποι που ζουν μαζί να εξακολουθήσουν να νοιώθουν ενθουσιασμό ο ένας για την σπουδαιότητα του άλλου και να συμπεριφέρονται ο ένας προς τον άλλον με προσοχή και φροντίδα και σεβασμό, οπότε μια τέτοια σχέση είναι προφανώς σπανιότατη.
Όταν αντιγράφεις μια ιστορία ή μια ποιητική συλλογή χωρίς να μουτζουρώσεις με μελάνι το βιβλίο από το οποίο αντιγράφεις. Αν αντιγράφεις από κάποιο ωραίο δεμένο βιβλίο, κάνεις τα αδύνατα δυνατά αλλά κάτι συμβαίνει πάντα και το μελάνι χύνεται.
Δυο γυναίκες, για να μην πω για μια γυναίκα και έναν άντρα, που ορκίζονται πίστη για πάντα μεταξύ τους και καταφέρουν όντως να παραμείνουν φίλοι ώς το τέλος.»
Πράγματα που σου φέρνουν αμηχανία και απογοήτευση όταν τα παρακολουθείς:
«Ένα άτομο χωρίς καμμία μόρφωση που επιδεικτικά χρησιμοποιεί διάσημα ονόματα μπροστά σε κάποιον πραγματικά καλλιεργημένο.
Σε φέρνει επίσης σε οδυνηρή αδυναμία το να πρέπει να σταθείς και να ακούσεις κάποιον ν’απαγγέλει με περηφάνεια σε άλλους ένα ποίημά του που δεν είναι πολύ καλό, ή να καυχιέται αναφέροντας επαινετικά λόγια που του είπαν γι’αυτό το ποίημα.»
(Ήταν συνήθεια να γράφουν οι κυρίες και οι κύριοι της Αυλής ποιήματα για κάθε περίσταση ή μάλλον να απαθανατίζουν κάθε περίσταση μ’αυτόν τον τρόπο, αφού είχε συμβεί κάτι. Σήμερα ο λαός αυτός κάνει τα ίδια με τις φωτογραφίες…)
Πράγματα που περνούν και φεύγουν: «Ένα καράβι με πανί. Η ηλικία των ανθρώπων. Η άνοιξη. Το καλοκαίρι. Το φθινόπωρο. Ο χειμώνας.»
Πράγματα που κανείς δεν τα παρατηρεί: «Όλες τις δυσοίωνες ημέρες. Το ότι γερνούν οι μητέρες μας.»
Απαίσια, βρώμικα πράγματα: «Οι γυμνοσάλιαγκες. Η άκρη μιας σκούπας που έχει χρησιμοποιηθεί για το σκούπισμα ενός σκονισμένου, παλιού ξύλινου πατώματος.»
Πράγματα που προκαλούν τρόμο: «Οι κεραυνοί μέσα στη νύχτα. Ένας κλέφτης που μπαίνει στο γειτονικό σπίτι. Αν μπει στο δικό σου σπίτι, είσαι εκτός ελέγχου απ’τον πανικό και δεν αντιλαμβάνεσαι τι έχει συμβεί ακριβώς. Μια πυρκαϊά στην περιοχή είναι επίσης κάτι το τρομακτικό.»
Πράγματα που σου δημιουργούν μια αίσθηση σιγουριάς: «Οι θεραπευτικοί ψαλμοί που λέγονται από πολλούς ιερείς, οι οποίοι σου συμπαραστέκονται όταν είσαι άρρωστη. Το να σε παρηγορεί όταν νοιώθεις άσχημα κάποιο πρόσωπο που αγαπάς πραγματικά.»
Στο ημερολόγιο της, η Σέϊ Σόναγκον αφιερώνει αρκετές σκέψεις σχετικά με τις αισθηματικές σχέσεις:
«…αναρωτιέμαι γιατί οι άντρες ελκύονται από μια γυναίκα που από την πλευρά των γυναικών δεν είναι καθόλου ελκυστική;
Σου προκαλεί κατάπληξη το να βλέπεις ένα όμορφο, γοητευτικό, ευαίσθητο κορίτσι να στέλνει μια επιστολή όλο παράπονο, μαζί με ένα πολύ συγκινητικό ποίημα –και τον άντρα να της απαντά με την αναμενόμενη ευγένεια, αλλά παρ’όλ’αυτά να κρατάει απόσταση και να μην την πλησιάζει. Πώς μπορεί να γυρίζει την πλάτη του σ’αυτή την κοπέλα που θλίβεται τόσο, πώς μπορεί να την εγκαταλείπει για μιαν άλλη! Όσοι γίνονται μάρτυρες μιας τέτοιας σκηνής, στενοχωριούνται πολύ αλλά ο ίδιος ο άντρας δεν δείχνει να ενοχλείται στο ελάχιστο.»
Το ημερολόγιο της Σόναγκον, το Βιβλίο του μαξιλαριού, κυκλοφορούσε επί εκατοντάδες χρόνια σε χειρόγραφα, και μόνο τον 17ο αιώνα τυπώθηκε σε βιβλίο.
Η Shonagon περιγράφει με ζωντάνια διάφορες σκηνές της καθημερινότητάς της, γεγονότα που της έκαναν εντύπωση με όλες τους τις λεπτομέρειες, ακόμα και ένα επεισόδιο εξορκισμού:
«…πάνω σ’ένα ψάθινο μαξιλάρι κάθεται ένας πολύ όμορφος ιερέας γύρω στα σαράντα, ντυμένος ωραία με κατάμαυρο ράσο και λεπτά μεταξωτά άμφια κρατώντας καφέ βεντάλια στο χέρι και ψέλνει συγκεντρωμένος τις «μάντρα» του.
Η κυρία του σπιτιού υποφέρει και είναι ξαπλωμένη, μέσα της έχει μπει κάποιο κακό πνεύμα. Μια μεγαλόσωμη κοπέλα έχει επιλεγεί ως μέντιουμ και μετακινούμενη στα γόνατα, ντυμένη με μεταξωτή αραχνοϋφαντη ρόμπα και μακρύ παντελόνι με πιέτες σε έντονα χρώματα, έρχεται να καθήσει στη γωνιά που είναι κλεισμένη γύρω γύρω με κουρτίνες. Ο ιερέας γυρίζει προς το μέρος της και της δίνει το λαμπερό κοφτερό vajra* ενώ συνεχίζει τις ικεσίες και τις «μάντρα» που προκαλούν δέος.
Αρκετές ευγενείς γυναίκες κάθονται παραδίπλα σαν μάρτυρες των γεγονότων, παρακολουθώντας την διαδικασία με μεγάλη προσοχή. Μετά από λίγη ώρα το μέντιουμ αρχίζει να τρέμει και βρίσκεται σε έκσταση καθώς η δύναμη του Βούδα αποκαλύπτεται ανταποκρινόμενη στις επικλήσεις του ιερέα.
Οι αδελφοί και οι άλλοι συγγενείς της δαιμονισμένης κυρίας μπορούν τώρα να μπαινοβγαίνουν ελεύθερα μέσα στο δωμάτιο. Αν το μέντιουμ βρισκόταν σε κανονική κατάσταση, πόσο θα ντρεπόταν και θα έφριττε συνειδητοποιώντας τι λαμβάνει χώρα ενώπιον τόσο σεβαστού κοινού μαζεμένου εκεί για να την δει. Αν και ξέρουν πολύ καλά ότι υποφέρει το δαιμόνιο και όχι η ίδια η κοπέλα, εκείνοι που την γνωρίζουν νοιώθουν οίκτο βλέποντάς την να θρηνεί και να σπαράζει και καθισμένοι δίπλα της προσπαθούν να της ισιώσουν τα ρούχα ενώ η ίδια στριφογυρίζει.
Κάποια στιγμή η ασθενής νοιώθει καλύτερα και ο ιερέας διατάζει να της φέρουν ένα ιαματικό τσάϊ. Μερικές νεώτερες κυρίες αποσύρονται στην κουζίνα για να το ετοιμάσουν και έρχονται πίσω φέρνοντάς το, τρεχάτες, γεμάτες αγωνία για να δουν πώς πάει εκείνη. Φοράνε υπέροχα φορέματα και τα απαλά μωβ πέπλα τους είναι πεντακάθαρα και τακτικά.
Το δαιμόνιο αναγκάζεται να συρθεί και να ζητήσει συγγνώμη, και στη συνέχεια να φύγει επιτέλους. Βρίσκοντας ξανά τα λογικά του, το μέντιουμ μένει άφωνο. Τι παράξενο, σκέφτεται. Να’μαι εδώ, εκτεθειμένη σε δημόσια θέα ενώ εγώ νόμιζα ότι είμαι πίσω από το παραβάν! Τι μπορεί να’χει συμβεί; Και σπεύδει να ρίξει τα μαλλιά της στο πρόσωπό της για να καλυφθεί καθώς κινείται για να περάσει πίσω από τις κουρτίνες.
«Μια στιγμή», διατάζει ο ιερέας και προφέρει κάτι σαν ξόρκι προς εκείνη. «Ορίστε λοιπόν», της λέει με χαμόγελο μόλις σταματάει. «Πώς είσαι; Νοιώθεις καλύτερα τώρα;» Αλλά τα λόγια του προσθέτουν κι άλλη αμηχανία και σύγχυση στην κοπέλα.
«Θα ήθελα να μείνω κι άλλο», λέει ο ιερέας, «αλλά φοβάμαι πως πρέπει να φύγω για να τελέσω την λειτουργία». Αποχαιρετά τους συγκεντρωμένους και παρά το γεγονός ότι όλοι τον ενθαρρύνουν να μείνει λίγο ακόμα, εκείνος προχωρά προς τα έξω.
Την ίδια στιγμή μια κυρία που προφανώς ανήκει σε ανώτερη τάξη, γλιστράει προς τα έξω και του απευθύνει τον λόγο πίσω από τα ρολλά. «Είμαστε βαθύτατα ευγνώμονες», του λέει «που ήρθατε. Και είμαστε πολύ χαρούμενοι γιατί χάρη σε σας, η καϋμένη η ασθενής που υπέφερε, ανακουφίστηκε με τόσο θαυμαστό τρόπο».
Εκείνος απαντά εν συντομία, «Το πνεύμα φάνηκε να είναι πολύ επίμονο. Συνιστώ διαρκή επαγρύπνηση. Χαίρομαι πάρα πολύ για την βελτίωση της υγείας της ασθενούς». Μ’αυτά τα λόγια αποχωρεί, έχοντας εντυπωσιάσει τους πάντες με τις θαυμαστές του δυνάμεις και με μια αίσθηση δέους ότι ο ίδιος ο Βούδας ήταν ανάμεσά τους.»
*vajra: τελετουργικό αντικείμενο του Βουδισμού
Την μετάφραση των αποσπασμάτων έκανε η Λητώ Σεϊζάνη από τα αγγλικά.