Την δεκαετία του ’70, ο Αμερικανός ταξιδιωτικός συγγραφέας Paul Theroux έκανε ένα μακρύ ταξίδι από την πατρίδα του, την Βοστώνη, μέχρι την Παταγονία. Στόχος του ήταν να περιγράψει την περιπέτειά του σ’ ένα βιβλίο, το οποίο χωρίστηκε σε κεφάλαια. Καθένα απ’ αυτά αντιστοιχούσε σε μια διαδρομή και είχε τίτλο το όνομα του σιδηροδρόμου που έκανε αυτή την διαδρομή.
Η νουβέλα “Κurgast”, τίτλος της ελληνικής μετάφρασης «Στα Λουτρά», του νομπελίστα Έρμαν Έσσε (Hermann Hesse,1877-1962) δημοσιεύτηκε το 1925 όταν ο συγγραφέας ήταν 48 ετών, και περιγράφει τη διαμονή του σε θεραπευτήριο στη λουτρόπολη Baden της Ελβετίας λόγω μιας ισχιαλγίας που τον ταλαιπωρούσε.
Κάθε λογοτεχνικό έργο, και οι συμμετέχοντες σε αυτό, είναι μια ιδιαίτερη σύνθεση, μια αναπόσπαστη και αδιάρρηκτη πυκνότητα νοημάτων. Κανένα λογοτεχνικό έργο όμως και κανένα υποκείμενο (συγγραφικό ή αναγνωστικό) δεν είναι αυθεντικό.
Ο ποιητής και λογοτέχνης Γιάννης Κοντός, άφησε το στίγμα του στην ποίηση με την ιδιαίτερη γραφή του, ένα κράμα καθημερινού λόγου, συγκρατημένου σαρκασμού και οξείας παρατηρητικότητας.
Το φετινό καλοκαίρι το πέρασα στα Ιμαλάϊα. Όχι επί τόπου αλλά μέσω δύο βιβλίων και μιας ταινίας.
Μεταξύ των διαφόρων κλασσικών συγγραφέων που είδαμε στην έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού στα εξώφυλλα βιβλίων μέσα στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας (Μολιέρου, Μαριβώ, Γκυ ντε Μωπασσάν και άλλων) αλλά και της Annie Ernaux που πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2022, υπήρχε προς μεγάλη μου χαρά και ένα βιβλίο της Leïla Slimani, της καινούριας μου αγαπημένης συγγραφέως.
Ποιήματα δραματικά, κωμικά, ερωτικά και άλλα, μεταφρασμένα από διάφορες γλώσσες
Ο Γιάννης Σκαρίμπας (1893-1984) λογοτεχνικά ανήκει στην Γενιά του ’30 με μια εκτενή και πολυσχιδή εργογραφία που αγκάλιασε όλα τα είδη του γραπτού λόγου. Ανατρεπτικός όχι μόνο στον τρόπο σκέψης αλλά και στην χρήση της γλώσσας της οποίας καταπατούσε τους κανόνες σύνταξης, φιλοπαίγμων, γνώστης της παγκόσμιας λογοτεχνίας αλλά και με τον δικό του τρόπο «υπερ-ρεαλιστικά» Έλλην, έγραψε και δυο έργα για το Θέατρο Σκιών το οποίο υπεραγαπούσε.
«Οι άνθρωποι ήταν γελοίοι με τις ψευδαισθήσεις τους, ανόητοι χωρίς να το αντιλαμβάνονται, πίστευαν ότι τα δικά τους ψέμματα ήταν αόρατα ενώ όλων των άλλων ήταν εμφανή. Οι άνθρωποι θεωρούσαν τους εαυτούς τους εξαιρέσεις στα πάντα, λες και όλος ο κόσμος έδειχνε κίτρινος κάτω από μια λάμπα και μόνον οι ίδιοι είχαν χρώμα ροδαλό».