Μια μικρή ιστορία για ένα ταψί με γεμιστά και την απρόβλεπτη διαδρομή του!
Μία συνηθισμένη ημέρα όπως οι υπόλοιπες ήταν και αυτή η Τετάρτη. Θα σηκωνόμουν, θα ντυνόμουν, θα ξεκινούσα τη συνηθισμένη μου διαδρομή για το γραφείο.
Είναι μία ρουτίνα, αλλά ομολογώ, την έχω συνηθίσει. Και όταν ακόμα και η συνήθεια γίνει μέρος της καθημερινότητας, ακόμα και αυτή σου λείπει πια. Γίνεται ένα με το δέρμα σου, με σένα.
Είχα ξυπνήσει νωρίτερα εκείνη την ημέρα, δεν είχα ύπνο και είχα δει και έναν εφιάλτη. Αποφάσισα να περπατήσω, καθώς είχα περισσότερο χρόνο για να φτάσω στην ώρα μου στο γραφείο, δίχως να είναι απαραίτητο εκείνη τη στιγμή να περιμένω το λεωφορείο.
Περπατούσα, περπατούσα, για αρκετή ώρα. Έκοψα δρόμο από μία πλατεία και βγήκα κάπου κεντρικά –υπολογίζοντας με το μυαλό μου, θα έφτανα ευκολότερα στο χώρο εργασίας μου, ο οποίος βρισκόταν και αυτός κοντά στο Κέντρο.
Τίποτα δεν προμήνυε αυτό που θα συνέβαινε σε λίγα λεπτά.
Δεν μπορούσα να φανταστώ πως περνώντας κάτω από μία πολυκατοικία, θα εκτοξευόταν ένα ταψί ολόκληρο γεμιστά και θα προσγειωνόταν επάνω μου! Δεν μπορούσα με τίποτα να υπολογίσω πως το ξέσπασμα μίας νοικοκυράς, από την οποία ξύπνησε μέσα της ένα ωραίο πρωινό η Καλλιρρόη Παρρέν και έκανε την επανάστασή της, θα έβρισκε εμένα ως αποδέκτη!
Ότι με ένα «ήθελες και γεμιστά, να δεις πού θα τα στείλω εγώ τώρα», θα κόντευε να στείλει εμένα στον άλλο κόσμο. Και θα μου έδινε την ευκαιρία, να γνωρίσω μία από τις καλύτερες φίλες μου μέχρι σήμερα. Οι φιλίες οι πιο σημαντικές, πραγματικά, κρύβονται στα πιο παράξενα μέρη, αποκαλύπτονται με τους πιο παράδοξους τρόπους.
Και μέσα στα μαλλιά μου που μύριζαν καρύδα από το χθεσινό λούσιμο και κολώνια, προστέθηκαν οι μυρωδιές του ρυζιού, της πιπεριάς και του λαδιού. Ένα περίεργο ανακάτωμα αρωμάτων με μία απορία «τι μου συνέβη στα καλά καθούμενα» και με ένα διαρκές άγχος τι θα συμβεί στη δουλειά μου που δεν μπορώ να βρεθώ.
Μα, τι θα έλεγα στο διευθυντή μου; Ότι ένα ταψί … γεμιστά ανέκοψε την πορεία μου; Θα με περνούσαν για παράλογη, θα έλεγαν πως είμαι έτοιμη να προφασιστώ και την πιο αστεία και γελοία δικαιολογία για να μην είμαι συνεπής.
Και μέσα σε όλα αυτά, ο τρόμος της γυναίκας, της δυναμικής νοικοκυράς, η οποία τρελάθηκε στη σκέψη πως το ξέσπασμά της βρήκε αθώο θύμα του εμένα. Δεν μπορώ να μετρήσω πόσα «συγγνώμη» άκουσα, πόσα «λυπάμαι», πόση φροντίδα και περιποίηση μου έδωσε υπό το βάρος των τύψεών της.
Με ανέβασε στο σπίτι της, έκανα μπάνιο, μου έδωσε ρούχα να αλλάξω. Τι να κάνω η καψερή, ενημέρωσα τη δουλειά μου πως ασθένησα και δεν μπορώ σήμερα να πάω (τι να τους πω, ότι έπεσε επάνω μου ένα ταψί γεμιστά, ποιος θα με πίστευε...).
Η γυναίκα αισθανόταν φοβερές τύψεις, προσπάθησα να την κάνω να αισθανθεί καλύτερα αφού τίποτα σοβαρό δεν έπαθα τελικά. Δεν μπορώ να πω πως είμαι ιδιαιτέρως ευχαριστημένη που ήμουν εγώ ο αποδέκτης της επανάστασής της, αλλά δεν μπορούσα να φανταστώ ποτέ πως αυτή είναι η αρχή μίας καινούργιας γνωριμίας.
Πρέπει να πέρασα τη μισή μου ημέρα στο σπίτι της. Μου έλεγε την ιστορία της, πως όλη της τη ζωή την πέρασε ως νοικοκυρά και τώρα ποθεί να αλλάξει και να κάνει και διαφορετικά πράγματα. Με κέρασε καφέ, μπισκότα, διάφορα μπισκότα με μαρμελάδα, σοκολάτα και βανίλια.
Άρχισε να γεννιέται ένα αίσθημα αγάπης, ανταλλάξαμε τηλέφωνα και μου υποσχέθηκε πως την επόμενη φορά θα κοιτάζει αν όλα είναι ασφαλή πριν ρίξει ξανά κανένα ταψί με γεμιστά από το παράθυρο! Γιατί είναι ωραία η επανάσταση και η απέκδυση από τα δεσμά που αισθανόμασταν πως πρέπει να αφήσουμε, αλλά ας αφήσουμε και το κεφάλι του άλλου στη θέση του…
Ποιος να το φανταζόταν, από ένα ταψί με γεμιστά να γεννηθεί μία γνωριμία! Μόνο στα σενάρια της ζωής τα πιο παράξενα, τα πιο ανεξήγητα έχουν θέση...
Κείμενο : Μαρία Σκαμπαρδώνη