Πώς να μιλήσει κάποιος για τον Πεντζίκη; Και για ποιόν Πεντζίκη να μιλήσει; Τον ζωγράφο ή τον λογοτέχνη; Τον φαρμακοποιό, τον πρώιμο αριστερό ή τον ταπεινό προσκυνητή του 'Ορους που είχε επισκεφθεί 94 φορές;
Τί λέξεις και τί χρώματα να χρησιμοποιήσει κάποιος για να περιγράψει αυτόν τον χείμαρρο ιδεών, αυτήν την αστείρευτη δεξαμενή γνώσεων, αυτό το αιώνιο παιδί (και όχι παλιμπαιδίζοντα γέροντα), αυτόν τον περιπατητή και παρατηρητή που την αθωότητα και την περιέργειά του κράτησε μέχρι τον θάνατό του, την εκδημία του, το 1993. ( Ενα άκρως κατατοπιστικό χρονολόγιο της ζωής του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη έχει δημοσιεύσει το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου ).
Στα βιβλία του, από το εμβληματικό «Μυθιστόρημα της κυρίας΄Ερσης» και τον «Ανδρέα Δημακούδη», το «ΑρχεΙο» έως τον «Πεθαμένο και την Ανάσταση» ο συνειρμικός, πεντζίκειος τρόπος γραφής σε κερδίζει σελίδα τη σελίδα. Ο λόγος του, πλούσιος σε ουσιαστικά και σε ρήματα, επίθετα χρησιμοποιούσε τα απολύτως αναγκαία -φτωχαίνουν το λόγο- έλεγε.
Αυτόν το «δικό» του λόγο τον μετέφραζε και σε σχέδια γεμάτα χρώματα. Πλημμυρίδα χρωμάτων με έμφαση στα βυζαντινά πορφυρά και κόκκινα βερμιγιόν, στο μπλέ του κοβαλτίου, διάστικτα από λαμπερά κίτρινα του κρόκου και σκούρα πράσινα. Το σχέδιό του μικρές ,αναρίθμητες κουκκίδες- για μας τους απλούς παρατηρητές- γιατί για τον Πεντζίκη τίποτα δεν ήταν ατελές, σκόρπιο, αναρίθμητο. Ο ίδιος μετρούσε τις πινελιές του, δέκα, είκοσι, τριάντα χιλιάδες σε κάθε πίνακα, σαν ένα είδος προσευχής όπως οι καλόγεροι μουρμουρίζοντας τις προσευχές τους μετρούν τις χάντρες στο κομποσχοίνι.
Ψηφαρίθμιση είχε ονομάσει τον τρόπο αποτύπωσης σε χρώματα της εσωτερικής του διαδρομής τη συγκεκριμένη ημέρα της εικαστικής του αφήγησης. Οδηγός του ο Συναξαριστής της ημέρας, ένα παραμύθι, μια fabula, μια μικρή καθημερινή βόλτα, το καλοκαιρινό φόρεμα της κυρίας Νίκης, ακόμη και το τσαγερό που φτιάξανε το απογευματινό τους τσάι, συνειρμικά αποτυπώνονται στη ζωγραφική του.
Όλη αυτή η επιφανειακή αταξία, έκρυβε πίσω της έναν ακάματο ερευνητή που με υπομονή εργάτριας μέλισσας, έγραφε, μελετούσε, προσευχόταν, ζωγράφιζε, μίλαγε. Γιατί μιλούσε ο κυρ Νίκος, πολύ και για πολλά, με μια χειμαρρώδη και άναρχα δομημένη αφήγηση. Περνώντας από την επιστημονική θεωρία στην λαϊκή αφήγηση του αγράμματου παππούλη, για να εξυψώσει το βιωμένο λόγο απέναντι στον στείρο ακαδημαϊκό. Περνώντας από τά ουσιώδη στα επουσιώδη για να σου δείξει ότι η ουσία της ζωής βρίσκεται παντού.
Μη με ρωτάτε αν τα καταλάβαινα όλα. Όταν ακούς το ποταμάκι να περνά κυλαριστό δίπλα σου σωπαίνεις. Σωπαίνεις και απολαμβάνεις!
Η φωτογραφία εξωφύλλου είναι από το βιβλίο των εκδόσεων ΑΓΡΑ "Πόλεως και Νομού Δράμας Παραμυθία".
Κείμενο: Μαριάννα Καραβασίλη
Πρώτη παρουσίαση : www.peopleandideas.gr